Κουβεντιάζοντας με τον Νίκο Ψαρρά

Το Παλκοσένικο είχε τη μεγάλη χαρά και τιμή να φιλοξενήσει τον αγαπημένο ηθοποιό Νίκο Ψαρρά και να κουβεντιάσει μαζί του με αφορμή την παράσταση “Σκηνές από ένα γάμο” του Ίνγκµαρ Μπέργκµαν, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη, που ανεβαίνει Τετάρτη και Πέμπτη στο Θέατρο Χώρα. (Φιλική συμμετοχή στην έκτη ερώτηση, Μαρίνα Ασλάνογλου)

Επιμέλεια συνέντευξης: Διονύσης Μαλαπέτσας

& Άννα Βαμβακάρη

 

 

Η παράσταση ξεκινά με την επέτειο γάμου ενός φαινομενικά τέλειου και ευτυχισμένου ζευγαριού, που μοιάζει να τα έχουν κάνει όλα “σωστά” στη ζωή και στη σχέση τους. Έχουν κάνει δυο παιδιά, έχουν καλές δουλειές και οργανωμένες ζωές. Τελικά, τι πιστεύετε πως πήγε λάθος;

Το ότι δεν ήταν ειλικρινείς μεταξύ τους, γιατί το φαινομενικά είναι κάτι πολύ μεγάλο και άγνωστο ως λέξη. Φαινομενικά είμαστε για το πως είμαστε στα μάτια των άλλων. Η ουσία είναι άλλη όμως. Αυτό το ζευγάρι φαινόταν πετυχημένο, τακτοποιημένο, με όλα αυτά που μας διδάσκει ο δυτικός κόσμος, αλλά η ουσία είναι ότι δεν είχαν καμία ευτυχία, καμία αγάπη, καμία ειλικρίνει. Ή είχανε, γιατί τα διαλύουν όλα, αλλά όταν βρίσκονται μετά από πολλά χρόνια αναρωτιούνται μήπως χάσανε τελικά κάτι πολύ ουσιαστικό, που τι είναι; Το να είναι μαζί και αγαπημένοι. Κάπου το χάσανε, γιατί άρχισαν να κρατάνε μυστικά και όταν αρχίσουν τα μυστικά κάτι τρέχει λάθος…

 

 

Αν τοποθετούσαμε αυτό το ζευγάρι στο σήμερα, στην εποχή των social media, πώς πιστεύετε πως θα διαχειρίζονταν και πως θα προέβαλαν τη σχέση αλλά και το χωρισμό τους στα κοινωνικά δίκτυα, καθώς έχουν και δυο παιδιά που μπορεί να βρίσκονται εκεί;

Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι επειδή είναι διαβασμένοι, η μία είναι σύμβουλος οικογενειακών υποθέσεων, δικηγόρος, ο Γιόχαν που υποδύομαι εγώ, είναι καθηγητής στο ψυχοδυναμικό ινστιτούτο του πανεπιστημίου, δε νομίζω πως εύκολα θα έβγαζαν τα προσωπικά τους στα social media, διότι θα είχαν ακόλουθους πελάτες και μαθητές τους, οπότε θα ήταν πολύ πιο προσεκτικοί. Αλλά αν το έκαναν, θα το έκαναν με έναν άτσαλο τρόπο νομίζω. Και τα social εξαρτάται πως τα χρησιμοποιείς, εμείς οι περισσότεροι τα χρησιμοποιούμε ως μέσο για να προβάλλουμε τη δουλειά μας. Όταν αρχίσεις να προβάλλεις την προσωπική σου ζωή μέσα απ’ τα social νομίζω ότι κάτι σου λείπει. Δεν ξέρω, μια επιβεβαίωση; Υπάρχει πάντως ένα κενό που θες να το καλύψεις από εκεί.

 

 

Είναι οξύμωρο το γεγονός πως ο κόσμος πιο πολύ θέλει ως περιεχόμενο την προσωπική σας ζωή, παρά το να δει εν τέλει τη δουλειά σας…

Δεν ξέρω, ισχύει; Εξαρτάται απ’ το τι είδους καριέρα έχεις κάνει, τι είδους πορεία έχεις ακολουθήσει. Αν έχεις ακολουθήσει μια πορεία που στηρίζεται στην προσωπική σου ζωή, τότε ο κόσμος ενδιαφέρεται, αλλά αν την έχεις προστατεύσει… Άλλωστε γι΄αυτό λέγεται και προσωπική, γιατί είναι μια ιδιωτική ζωή. Γιατί, κατά καιρούς σε ρωτάνε ας πούμε τι κάνεις στην καθημερινότητά σου ή πιο παλιά όταν ήμουν ελεύθερος αν είμαι ερωτευμένος την τάδε; Γιατί πρέπει μια κυρία, ξέρω γω στο Διδυμότειχο, να ξέρει τι κάνω στην προσωπική μου ζωή και να έχει άποψη για μένα. Όταν κάνουμε ποσταρίσματα, όταν ανεβάζουμε μια φωτογραφία από διακοπές γίνεται χαμός, όταν βάζουμε πως ξεκινάνε ή έχουμε πρεμιέρα είναι μεγάλη η ψαλίδα.

 

 

Περιγράψτε μας λίγο σαν άνθρωπο τον Γιόχαν, το χαρακτήρα που παίζετε εσείς στην παράσταση.

Ο Γιόχαν είναι ένας φοβερά εγωιστής, εγωκεντρικός, με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, είναι εύγλωττος, ο λόγος είναι το εργαλείο του άρα ξέρει και το χειρίζεται πολύ καλά και πολλές φορές μανιπιουλάρει τη σύζυγο, η οποία επίσης χειρίζεται το λόγο στη δουλειά της αλλά αυτός είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά. Δεν έχω πολλά κοινά με τον Γιόχαν και ούτε θα ήθελα να έχω. Πολύ επιπόλαια τα τινάζει όλα στον αέρα, πολύ επιπόλαια θέλει να επιστρέψει σε αυτό το γάμο. Δεν έχει καμία σχέση με τα παιδιά του, λέει ότι κατά λάθος τα έφερε στον κόσμο και τώρα πληρώνει μια τεράστια περιουσία για να τα μεγαλώσει. Λόγια που ειδικά για τις δικές μας τις κοινωνίες, τις πιο μεσογειακές, ακούγονται πολύ ξένα, πολύ μακριά από αυτό που έχουμε εμείς ως πυρήνα οικογένειας. Για εμάς όλους η οικογένεια είναι μια βάση, είναι η αφετηρία μας. Και αυτή η αφετηρία πρέπει να είναι πάντα ισχυρή και σίγουρη, αλλιώς τη χάνουμε τη μπάλα. Οι βόρειοι ευρωπαίοι έχουν άλλη αντίληψη γι΄αυτό το θέμα. Τη συνέχεια αυτού του ζευγαριού ο Μπέργκμαν μας τη δείχνει στην τελευταία του ταινία, όπου είναι πια μεγάλοι, βρίσκονται μετά από πολλά χρόνια και ο Γιόχαν δεν έχει δει ποτέ τα παιδιά του όλα αυτά τα χρόνια. Μαθαίνει από την πρώην γυναίκα του ότι η μία κόρη είναι σε ίδρυμα και η άλλη έχει παντρευτεί και ζει στην Αυστραλία.

 

 

Και μιας που αναφέρατε αυτό, μπορεί τελικά το ελληνικό κοινό να ταυτιστεί με αυτή τη “σουηδική” αντιμετώπιση των σχέσεων; Και εν τέλει, πόσο “πολιτισμένος” μπορεί να είναι ένας χωρισμός ανεξαρτήτως χώρας και κουλτούρας;

Ένας χωρισμός είναι πάντα ένας χωρισμός, δεν είναι κάτι ευχάριστο. Όλοι όταν ξεκινάμε μια σχέση, από ερωτική, συντροφική, ακόμη και φιλική σχέση έχουμε στόχο να συνεχίσουμε αυτή τη σχέση, γι’ αυτό τις θέλουμε. Όταν αυτές οι σχέσεις όμως δεν έχουν την πορεία που θέλουμε, καλά θα κάνουμε να φύγουμε μόνοι μας με μία αξιοπρέπεια. Το ελληνικό κοινό συνδέεται πολύ με αυτή την ιστορία παρότι ακούγεται στα δικά μας αυτιά σουηδική. Πολλές φορές οι θεατές γελάνε και μάλιστα σε σημεία που εμείς δεν περιμέναμε. Και γελάνε γιατί δε μπορούν να συνειδητοποιήσουν και να κατανοήσουν πόσο ωμά λέγονται τα πράγματα.

 

 

Οι σκηνοθετικές επιλογές της Έλενας Καρακούλη φέρνουν τους ηθοποιούς κοντά στο κοινό, δημιουργώντας μια διαδραστική έναρξη που κάνει τους θεατές να αισθάνονται καλεσμένοι στη γιορτή του ζευγαριού. Χωρίς όμως να θέλουμε να αποκαλύψουμε περισσότερα, πείτε μας πώς είναι αυτή η εμπειρία για εσάς τους ηθοποιούς;

Νίκος Ψαρράς: Για εμάς είναι άβολο, γιατί δεν ξέρεις κάθε φορά τι θα ακούσεις. Για τη Μαρίνα ας πούμε νομίζω ότι είναι η χειρότερη στιγμή της παράστασης η έναρξη, με τον κόσμο (γέλια).

Μαρίνα Ασλάνογλου: Ναι, είναι αμήχανο πολύ και έχει πολύ άγχος αυτό. Ενώ όταν ανεβαίνουμε πάνω φεύγουν οι παλμοί.

Νίκος Ψαρράς: Εμένα από την άλλη αυτό με ηρεμεί, με ξεαγχώνει. Νομίζω πως είναι πιο αγχωτικό να είσαι σε μια κουίντα και να περιμένεις να ακούσεις το τρίτο κουδούνι και να πέσει το σκοτάδι για να βγεις. Και επίσης μου αρέσει πάρα πολύ ότι απ’ όλο αυτό το παιχνίδι που γίνεται με τους θεατές, απαλά και πολύ σιγά μπαίνουμε στη ροή του έργου.

 

 

Επηρεάζει, θετικά ή αρνητικά, τη σχέση σας αλλά και τη δουλειά σας, το γεγονός πως αρκετές φορές σκηνοθετεί τις παραστάσεις, στις οποίες πρωταγωνιστείτε, η σύζυγός σας;

Ο σκηνοθέτης είναι ο επί κεφαλής μιας πρόβας και πρέπει να τον ακούς. Όταν έχεις αντιρρήσεις κλπ. βρίσκεις τρόπους και όσο περνάνε τα χρόνια πιο εντέχνως, να λες τα δικά σου πράγματα. Αλλά στην τελική, όλοι μας καλούμαστε να φέρουμε εις πέρας το όραμα και το σύμπαν που έχει στο μυαλό του ο εκάστοτε σκηνοθέτης. Όταν βέβαια αυτός είναι η γυναίκα σου, είναι πιο δύσκολα τα πράγματα απ’ την άποψη ότι πρέπει να κρατάς και τις ισορροπίες. Δε μπορείς να μιλάς στη σύζυγό σου όπως θα της μίλαγες την ώρα που θα φτιάχνατε ένα στιφάδο. Πρέπει να υπάρχει ένας σεβασμός. Αλλά, η Έλενα είναι μία σκηνοθέτιδα που δίνει χώρο στους ηθοποιούς της. Σου λέει αυτό που θέλει, αλλά σου λέει πρότεινε και εσύ ή πως το ακούς αυτό κλπ. Και τα πράγματα γίνονται πολύ ωραία και ήρεμα.

 

 

Μετά το «True West» που έκλεισε τον πολύ επιτυχημένο κύκλο των παραστάσεών του σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και τις «Σκηνές από ένα γάμο» που ολοκληρώνουν σε λίγο καιρό και εκείνες τη φετινή τους πορεία, ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια, ετοιμάζετε κάτι είτε για το καλοκαίρι, είτε για τη νέα σεζόν;

Για το καλοκαίρι όχι, του χρόνου το χειμώνα θα είμαι στο θέατρο Άνεσις και θα κάνουμε την ταινία, που θα γίνει παράσταση, “Η τελευταία έξοδος” της Ρίτα Χείγουορθ. Και σιγά-σιγά θα ξεκινήσουμε μια προετοιμασία από τώρα γι’ αυτό, αλλά από πρόβες από τέλος Αυγούστου, με τη σκηνοθεσία να αναλαμβάνουν οι Αδερφοί Σταυρόπουλοι, ο Δημήτρης και ο Ορέστης Σταυρόπουλος.

 

 

Στο Παλκοσένικο έχουμε τη συνήθεια να συλλέγουμε θεατρικές ιστορίες, που έλαβαν χώρα είτε πάνω στη σκηνή, είτε πέριξ αυτής. Έχετε κάποια ιστορία που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας και που τη θυμάστε ακόμα;

Διάφορα. Το πρώτο που μου έρχεται είναι μια παράσταση που λεγόταν φάρος και την παίζαμε δύο χρόνια στο Θέατρο Αθηνών, όπου ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης ήταν τυφλός και στην πρώτη σειρά ήταν μια κοπέλα, η οποία έγραφε συνέχεια στο κινητό της. Και της έκανε νοήματα, “κλεισ’ το, κλεισ’ το, κλεισ’ το”. Τίποτα δεν καταλάβαινε αυτή, συνέχιζε, τράβαγε φωτογραφίες κλπ. Και κάποια στιγμή της είπε (δυνατά) “Κλείσ΄το επιτέλους, κλεισ’ το κορίτσι μου, είμαι τυφλός και είδα…” Και σε άλλη παράσταση του ιδίου έργου χτύπαγε ένα κινητό για πολλή ώρα και το σήκωσε αυτός ο άνθρωπος και άρχισε να μιλάει. Ξεσηκωθήκανε οι θεατές και του λέγανε σταμάτα κλπ. και τότε είπα εγώ “Σας παρακαλώ ησυχάστε, αφήστε τον άνθρωπο να ολοκληρώσει το τηλέφωνο του, παρακαλώ μιλήστε και όταν τελειώσετε θα συνεχίσουμε.” Δε γινόταν να συνεχίσουμε, αλλιώς θα συνεχίζαμε, αλλά όταν είναι κάτι τόσο έντονο, αποδιοργανώνεσαι. Και σίγουρα είναι ενοχλητικό για το διπλανό σου, για τον από πίσω, οι άνθρωποι ενοχλούνται και πρέπει να το σέβεσαι αυτό…

 

Ακούστε τη συνέντευξη και σε Podcast eδώ:

 

περισσότερα για την παράσταση εδώ: https://palcoscenico.gr/skines-apo-ena-gamo-theatro-xwra/