Σε έναν κόσμο που πλησιάζει ολοένα και περισσότερο στην πλήρη ψηφιοποίηση της ύπαρξης, το «Απόρρητο» του Ιβάν Βιριπάγιεφ μοιάζει περισσότερο με τελετουργία εξομολόγησης παρά με θεατρικό έργο. Βρισκόμαστε στο 2028, σε ένα μέλλον που δεν απέχει και πολύ από το παρόν μας. Μια τεχνητή νοημοσύνη διεξάγει μια έρευνα για την ανθρώπινη αλήθεια, θέτοντας ερωτήσεις σε τρεις επιστήμονες — ερωτήσεις απλές και συνάμα τρομακτικά βαθιές: τι σημαίνει αλήθεια; τι σημαίνει καλοσύνη; ποιοι είμαστε όταν δεν υπάρχει κανείς να μας βλέπει;
Ο Βιριπάγιεφ, πιστός στη θεατρική του φιλοσοφία, δεν αναζητά πλοκή αλλά κάθαρση. Οι διάλογοι του έργου λειτουργούν ως εξαγνιστική διαδικασία· κάθε λέξη καθαρίζει λίγο από το ψέμα, κάθε σιωπή αποκαλύπτει την αμηχανία της αλήθειας. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν κρίνει ούτε τιμωρεί· είναι ένας ουδέτερος καθρέφτης που αναγκάζει τον άνθρωπο να αντικρίσει τον εαυτό του χωρίς άλλοθι. Στην ουσία, το έργο προτείνει μια νέα μορφή ηθικής, όπου η ευθύνη και η ειλικρίνεια γίνονται πράξεις απελευθέρωσης — μια νέα εποχή καθαρότητας, όπως τη φαντάζεται ο συγγραφέας.
Η σκηνοθεσία της Ταμίλλα Κουλίεβα κινείται ακριβώς πάνω σε αυτή την ιδέα: το λιγότερο είναι το περισσότερο. Το σκηνικό —ψυχρό, παγερό, σχεδόν δυστοπικό— υπηρετεί τέλεια το περιεχόμενο. Ένας αποστειρωμένος χώρος, σαν εργαστήριο ή αίθουσα ανάκρισης, που επιτρέπει στις λέξεις να αντηχήσουν χωρίς περιττές αποσπάσεις. Η σκηνοθετική ματιά είναι μετρημένη, χωρίς εντυπωσιασμούς ή «τερτίπια»· και αυτό ακριβώς είναι η επιτυχία της. Δημιουργεί χώρο για σκέψη, όχι για θεαματισμό.
Οι Ταμίλλα Κουλίεβα, Μαριάννα Κιμούλη και Χρήστος Στέργιογλου αποδίδουν με καθαρότητα και συγκράτηση ρόλους που δεν έχουν συναισθηματικά ξεσπάσματα, αλλά απαιτούν διαύγεια και εσωτερική ακρίβεια. Σε ένα κείμενο τόσο σύνθετο γλωσσικά και φιλοσοφικά, η καθαρότητα του λόγου γίνεται ουσιαστικό εργαλείο επικοινωνίας· και εδώ, όλοι οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται εξαιρετικά.
Παρά την πυκνότητα του κειμένου, η παράσταση στο κατάμεστο Θέατρο “Διάνα” διατηρούσε ρυθμό, ακρίβεια και εσωτερική ένταση. Κι όμως, δύσκολα δεν αισθάνεται κανείς πως ένα μεγάλο μέρος του κοινού δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη σκέψη του έργου. Όχι από έλλειψη προσπάθειας των καλλιτεχνών — που, αντίθετα, υπήρξαν εξαιρετικά ευκρινείς — αλλά από μια γενικότερη απροθυμία της εποχής να στοχαστεί βαθιά. Ο Βιριπάγιεφ δεν προσφέρει εύκολη συγκίνηση· απαιτεί εσωτερική συμμετοχή. Και ίσως αυτό είναι το πραγματικό «απόρρητο» του έργου: ότι μας καθρεφτίζει όλους μέσα στην αμηχανία μας να κατανοήσουμε.
Το Απόρρητο δεν είναι μια παράσταση για να τη «δεις»· είναι μια παράσταση για να τη σκεφτείς.
Είναι ένας καθρέφτης, όχι των ηρώων, αλλά του θεατή.
Κι όταν βγεις από το Διάνα, το ερώτημα παραμένει:
Αν σου ζητούσαν να πεις όλη την αλήθεια —και ήξερες πως το “κάτι” απέναντί σου θα την αναγνωρίσει— θα την έλεγες;

