Γράφει η Ελπινίκη Νίνου
Βιτρούβιος – Ο άνθρωπος πίσω από την τελειότητα
Ο Βιτρούβιος του Στέφανου Κακαβούλη, σε σκηνοθεσία Χρήστου Δήμα, επιχειρεί κάτι εξαιρετικά δύσκολο και γοητευτικό: να μετακινήσει το βλέμμα μας από το πιο αναγνωρίσιμο σχέδιο του Leonardo Da Vinci — τον περίφημο Άνθρωπο του Βιτρούβιου — προς τον ίδιο τον άνθρωπο που στέκεται μέσα στους κύκλους και τα τετράγωνα. Όχι πια το σύμβολο, αλλά το σώμα. Όχι ο ιδανικός άνθρωπος των αναλογιών, αλλά το εύθραυστο πλάσμα που πόζαρε με την ελπίδα «να μείνει κάτι από αυτόν». Ο Κακαβούλης γράφει έναν ευρηματικό, ποιητικό μονόλογο, έναν εσωτερικό διάλογο ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα, τη δημιουργία και τη φθορά, τη φιλοδοξία του καλλιτέχνη και την ανάγκη του ανθρώπου να μην ξεχαστεί. Μέσα από την αφήγησή του, ο υποθετικός μοντέλος του Da Vinci αποκτά φωνή και μνήμη· γίνεται εκείνος που αντιλαμβάνεται ότι η αθανασία του δεν θα προέλθει από τη ζωή του, αλλά από τη γραμμή που χάραξε επάνω του ο άλλος.
Η σύλληψη είναι εξαιρετική — και σχεδόν αυτονόητα οδηγεί σε μια βαθύτερη συζήτηση για τον ίδιο τον Leonardo Da Vinci. Ο Da Vinci, ο καλλιτέχνης που πίστευε ότι «η τέχνη είναι η κόρη της φύσης», υπήρξε εμμονικός με την ανατομία, τη συμμετρία, την αναλογία του ανθρώπινου σώματος ως καθρέφτη του σύμπαντος. Ο Άνθρωπος του Βιτρούβιου είναι η επιτομή αυτής της αναζήτησης: μια τέλεια γεωμετρία που φιλοδοξεί να χωρέσει την ψυχή. Κι όμως, εδώ ο Κακαβούλης αντιστρέφει το βλέμμα — και ρωτά: ποιος είναι αυτός που δάνεισε το σώμα του στην τελειότητα; Τι απέγινε ο άνθρωπος μέσα στο ιδεώδες; Η δραματουργία του έργου στηρίζεται σε αυτή τη σύγκρουση: το άτομο που πόζαρε για να γίνει ιδέα, αλλά τελικά βυθίζεται στη σκιά της. Ο λόγος του είναι εσωτερικός, συχνά εξομολογητικός, γραμμένος με την οικεία, συγκρατημένη ευαισθησία του Κακαβούλη. Ο ηθοποιός, μόνος στη σκηνή, κατορθώνει να συνδυάσει τη γήινη υλικότητα του σώματος με την πνευματική διάσταση του χαρακτήρα του. Η ερμηνεία του είναι ζυγισμένη, ποτέ κραυγαλέα· εστιάζει στις λεπτομέρειες, στα διαστήματα, στη σιωπή που προηγείται της φράσης.
Η σκηνοθεσία του Χρήστου Δήμα κινείται με απλότητα και καθαρότητα, αφήνοντας χώρο στον λόγο και στο σώμα. Μερικές στιγμές μουσικής από τον Αντώνη Παπακωνσταντίνου λειτουργούν σαν αναπνοές μέσα στον μονόλογο, αναδεικνύοντας τη μετάβαση από την ορατή στην εσωτερική κίνηση. Ο φωτισμός του Φώτη Μήτση παίζει με το φως και τη σκιά, όπως ο Da Vinci με το chiaroscuro, τονίζοντας την πάλη του ανθρώπου ανάμεσα στη λάμψη και την αφάνεια.
Το κείμενο του Κακαβούλη ξεχωρίζει γιατί δεν εγκλωβίζεται στη φόρμα ή στη φιλοσοφική ρητορική. Πίσω από τη στοχαστικότητα υπάρχει μια βαθιά ανθρώπινη αγωνία: η ανάγκη να αφήσουμε πίσω μας ένα ίχνος. Ο Βιτρούβιος του δεν είναι μόνο ένα σύμβολο του Ανθρώπου, είναι ένας άνθρωπος που γερνά, που φοβάται, που θυμάται τον καλλιτέχνη να σχεδιάζει επάνω του. Και καθώς προφέρει τη φράση «να μείνει κάτι από μένα», ο θεατής συνειδητοποιεί πως αυτό το «κάτι» — είτε σχέδιο, είτε λόγος, είτε παράσταση — είναι ό,τι τελικά μας συνδέει με την αθανασία.
Ο Βιτρούβιος είναι, εν τέλει, ένα έργο για τη δημιουργία και τη μνήμη. Για τον καλλιτέχνη που επιδιώκει την τελειότητα και για τον άνθρωπο που την κουβαλά επάνω του σαν βάρος. Ένα έργο για τον Da Vinci, αλλά και για όλους μας που κάποτε θελήσαμε να αφήσουμε πίσω μας ένα σχήμα, μια γραμμή, ένα αποτύπωμα.