Your message has been sent
Επιμέλεια συνέντευξης: Διονύσιος Μαλαπέτσας
Το Παλκοσένικο έχει σήμερα την τεράστια τιμή και χαρά να φιλοξενεί στις σελίδες του τον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη και υπέροχο άνθρωπο, κύριο Χρήστο Λεοντή και να συζητά μαζί του με αφορμή το μεγάλο λαϊκό πανηγύρι που στήνει προς τιμήν του Αριστοφάνη, τη Δευτέρα 1η Σεπτέμβρη 2025 και ώρα 21.00 στο Ηρώδειο.
…Τούτη εδώ την παράσταση την ετοιμάζω από τις 29 Οκτωβρίου. Την επομένη της εθνικής γιορτής άνοιξα τους σκληρούς μου δίσκους για να αρχίσω να βλέπω τις μουσικές μου αυτές και να επιλέγω. Όλα περνάνε από το χέρι μου και έχω λίγο κουραστεί…
Λογικό, αλλά αξίζει τον κόπο!
Ναι το ξέρω, το κάνω με μεγάλη χαρά και με μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί πραγματικά είναι ένα έργο ζωής και έτσι όπως είναι συμπυκνωμένο, είναι σαν να μου έρχονται όλα πάλι στο μυαλό μου. Δηλαδή μια ζωή ολόκληρη να μου έρχεται στο μυαλό μου.
Ξεκινήσαμε να λέμε ήδη για τα “Αριστοφάνεια”. Εγώ σας καλωσορίζω και επίσημα στο Παλκοσένικο. Είναι τεράστια τιμή και χαρά να μιλάω μαζί σας σήμερα και μάλιστα με αφορμή αυτό το μεγάλο λαϊκό πανηγύρι που στήνετε προς τιμήν του Αριστοφάνη, με τον ίδιο επίτιμο καλεσμένο όπως έχω μάθει, έτσι δεν είναι; Για πείτε μου δυο λόγια για τη γιορτή αυτή που ετοιμάζεται την 1η του Σεπτέμβρη στο Ηρώδειο.
Κοίταξε, όλη μου η μουσική ξεκινάει από την ιδέα του ίδιου του Αριστοφάνη. Μην ξεχνούμε ότι σε όλα του τα έργα, ανεξάρτητα από το θέμα που επεξεργάζεται, τελειώνει με ένα πανηγύρι. Δηλαδή συνήθως τελειώνει με γάμο, με χαρά, με τη χαρά της ζωής. Γιατί το κυρίαρχο σε αυτό είναι η ομορφιά στη ζωή. Έτσι λοιπόν και εγώ αντιμετώπιζα όλες τις κωμωδίες αυτές κάθε φορά που έγραφα. Υπήρχε το τελευταίο μέρος που τελειώνει με τον Υμέναιο ας το πούμε, συνήθως, με το γάμο δηλαδή. Και όλα μου τα μοτίβα είχαν έτσι ένα λαϊκό, πανηγυριώτικο χαρακτήρα. Που αυτός ταιριάζει αν δεν κάνω λάθος και στη φόρμα της κωμωδίας. Δηλαδή δεν μπορείς να λύσεις το οποιοδήποτε μουσικό πρόβλημα μέσα στην κωμωδία. Η κωμωδία είναι ένα πράγμα εξωστρεφές. Είναι κάτι το οποίο είναι έξω καρδιά. Είναι ένα στοιχείο το οποίο το συναντά κανείς μόνο στα λαϊκά πανηγύρια. Χορεύει ο κόσμος, τραγουδάει ο κόσμος, μεθά ο κόσμος, πίνει. Ό,τι δηλαδή περιγράφει ο Αριστοφάνης στις κωμωδίες του. Έτσι λοιπόν το ονόμασα και εγώ πανηγύρι όλο αυτό αφενός και αφετέρου αν ήτανε ο Αριστοφάνης σημερινός πολίτης, αν ζούσε δηλαδή σήμερα, εκτός από το έργο του το οποίο ζει και είναι άκρος επίκαιρο, αν ζούσε σήμερα και είχα γράψει τόσα έργα μαζί του, θα τον καλούσα για να ‘ρθει στο λαϊκό πανηγύρι, μια που θα έκανα μια γιορτή πάνω στη δουλειά του. Έ και σκέφτηκα και δεν τον καλώ, θα έρθει, και ήρθε.
Και δεν μπορούσατε να βρείτε καταλληλότερο άνθρωπο από το Σταμάτη Κραουνάκη.
Από το Σταμάτη, ναι αυτό λέγαμε σήμερα, που τηλεφωνήθηκαμε το μεσημέρι, μια ώρα μιλούσαμε και αυτό ακριβώς λέγαμε. Πραγματικά δεν μπορούσα να φανταστώ άλλον άνθρωπο, γιατί όλος από τη φτιαξιά του, από τη μουσική του, από τα λεγόμενά του, είναι ένας αριστοφάνειος τύπος, ένας ας πούμε θεατρικός θα έλεγα, μια στόφα θεατρικού καλλιτέχνη.
Ναι, έχει αυτή την ενέργεια και αυτό το μπρίο. Είναι υπέροχος και θα είναι υπέροχος και ως Αριστοφάνης. Όπως βέβαια έχετε φτιάξει και μια ομάδα συνεργατών για την παράσταση, όλοι τους εξαιρετικοί, με λυρικούς ηθοποιούς, με τραγουδιστές. Θέλω να μας πείτε λίγο για τους συνεργάτες σας.
Οι συνεργάτες, καθώς είπες, είναι τραγουδιστές-ηθοποιοί παράλληλα. Δηλαδή, η όπερα είναι θέατρο. Ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος είναι από τους πλέον περιζήτητους αυτή τη στιγμή, σε όλη την Ευρώπη, στις όπερες της Ευρώπης. Δηλαδή, καθυστερήσαμε τις πρόβες μαζί, γιατί τραγουδούσε Traviata στη Ζυρίχη και μετά στο Βερολίνο Boheme και μετά ήρθε εδώ. Και μάλιστα, την 1η του Σεπτέμβρη θα έχει πάρει άδεια από το Παρίσι να λείψει γιατί εκείνη την ημέρα θα έρθει στην Ελλάδα και την επόμενη ακριβώς θα φύγει για το Παρίσι, γιατί μετά από δύο-τρεις μέρες έχει πρεμιέρα εκεί. Αυτός είναι ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, πέρα από το ότι είναι ένας θαυμάσιος γενικά καλλιτέχνης και φίλος.
Επίσης, η Ιωάννη Φόρτη, με την οποία συνεργαζόμαστε τόσα χρόνια στα τραγούδια μου, στις συναυλίες μου, η οποία και αυτή είναι τραγουδίστρια της όπερας, άσχετα αν τραγουδάει μαζί μου, γιατί ξέρει λόγω του ότι είναι και καθηγήτρια φωνητικής, ξέρει να αποβάλει αυτό το στοιχείο της οπερετικής φωνής ας το πούμε και είμαι εξαιρετικά ευτυχής που συνεργαζόμαστε τόσες δεκαετίες μαζί.
Επίσης, ο τελευταίος μου φωνητικός έρωτας είναι η Αγγελική Τουμπανάκη, η οποία είναι μια θαυμάσια μουσικός, στόφα μουσικού, που συνεργαστήκαμε πρώτη φορά το 2023, πριν δυο χρόνια στο Ηρώδειο και χάλασε ο κόσμος με την παρουσία της. Έχει φοβερή επικοινωνία με τον κόσμο και είναι ένας πολυτάλαντος τύπος, βιολόγος είναι κατ’ αρχήν και ένα σωρό τίτλους έχει και όλη της η ενέργεια συσσωρεύεται στη θεατρική της υπόσταση και εκφορά του τραγουδιού.
Μετά ο Πέτρος Δαμουλής, ο οποίος είναι ηθοποιός, ο οποίος τραγουδάει. Άλλο ο τραγουδιστής ηθοποιός και άλλο ο ηθοποιός που τραγουδάει. Γιατί τον είχα χρησιμοποιήσει το 2005 σε κάτι ανάλογο που είχα κάνει τότε σε μορφή μπαλέτου με τις μουσικές του Αριστοφάνη (σ.σ. Χελιδών ηδομένη) και ήταν εξαιρετικός και τον ξαναπήρα φέτος, για να επαναλάβει αυτή την εκφραστικότητα, που είχε τότε στη συμμετοχή του.
Επίσης η Κλαυδία, είναι μια πρόταση του Σταμάτη, επειδή κουβεντιάζοντας με τον Σταμάτη, ήθελα το τραγούδι της ειρήνης, που είναι το τελευταίο, η γιορτή τέλος πάντων, με την οποία τελειώνει και η παράστασή μας, ήθελα μια νεανική φωνή, ένα κορίτσι που να τραγουδάει μαζί με παιδική χορωδία, με παιδιά. Ήταν μια συμβολική ας πούμε μορφή, που ήθελα να πάει παραπέρα το νήμα στους νέους ανθρώπους το τραγούδι της ειρήνης. Αποδέχτηκα έτσι με πολλή ευχαρίστηση την πρόταση του Σταμάτη, την είχα ακούσει και στην Eurovision και μου άρεσε και η φωνή της και το τραγούδι της ομολογώ και της έκανα την πρόταση και το δέχτηκε με μεγάλη χαρά και προχωρούμε.
Έχω επίσης τρεις χορωδίες. Η μία είναι τα παιδιά από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ηθοποιοί δηλαδή δευτεροετείς και τριτοετείς. Δηλαδή αύριο βγαίνουν στο πάλκο, ηθοποιοί είναι, που είναι 25 άτομα. Άλλοι τόσοι είναι από τη χορωδία «Διαφωνία» που συνεργαζόμαστε μαζί και που συμμετέχουν αυτά τα παιδιά και στη χορωδία Κηφισιάς που συνεργαζόμαστε τόσα χρόνια. Και φυσικά, τα παιδιά από τα εκπαιδευτήρια CGS, τα πρώην Κωστέα-Γείτονα, όπου υπάρχει η χορωδία των παιδιών και δεχτήκανε με πολλή χαρά τη συμμετοχή τους όλο αυτό το πανηγύρι.
Έτσι λοιπόν θα είναι εκατό άτομα, πενήντα-εκατό άτομα επί σκηνής, όλοι μαζί. Είναι και δύο ορχήστρες, είναι η «Λαϊκή Ορχήστρα», ενισχυμένη, δηλαδή η δική μου ορχήστρα που παίζω συνήθως, η «Λαϊκή Ορχήστρα» την ονομάζω και επίσης η συμμετοχή του Polis Ensemble που έχει ανατολίτικη χροιά η ορχήστρα αυτή, δηλαδή είναι κανονάκι, είναι ούτι, είναι τέτοια όργανα. Οπότε δένουν όλα αυτά τα στοιχεία σε ένα εξαιρετικά ωραίο σύνολο και ωραίο ήχο. Και ελπίζω ότι θα μας θυμίσει ο κόσμος και θα έρθει γιατί πραγματικά νομίζω ότι δεν θα ξανά έχει την ευκαιρία να δει κάτι παρόμοιο, για τον απλό λόγο ότι κανείς από τους συναδέλφους μου δεν έχει τον όγκο της δουλειάς που έχω κάνει για τον Αριστοφάνη. Δε μπορεί να στηθεί μια παράσταση με τόσο πολύ εύρος.
Ναι πραγματικά, νομίζω ότι είστε ο μοναδικός άνθρωπος που θα μπορούσε να διοργανώσει κάτι τέτοιο για τον Αριστοφάνη. Και ξέρετε, η όλη διοργάνωση αποπνέει μια φροντίδα και μια αγάπη. Ακόμα και η αφίσα είναι φτιαγμένη από έναν θεατράνθρωπο, έναν σπουδαίο θεατράνθρωπο.
Θα σου έλεγα τώρα για αυτούς… Δεν είναι μόνο…, είναι και το εικαστικό μέρος. Διότι η πρώτη κουβέντα που κάναμε, όταν είχα την ιδέα να ξαναθυμηθούμε όλες αυτές τις εργασίες που είχα κάνει, ήταν εκτός από το Σταμάτη που ενθουσιάστηκε από την πρώτη στιγμή, ήταν και ο Διονύσης Φωτόπουλος, με τον οποίον είχαμε συνεργαστεί από τη νεότητά μας. Δηλαδή, η πρώτη φορά που δούλεψα εγώ με τον Κουν, ίσως και ο Διονύσης, ήτανε στους Αχαρνής, το 1976. Κάναμε μαζί τους Αχαρνής, κάναμε μαζί την Ειρήνη και μετέπειτα και άλλες, είτε τραγωδίες, είτε κωμωδίες πάλι. Είμαστε πολύ συνεργάτες σε πολλά έργα. Και ζήτησα και συναντηθήκαμε οι τρεις για να κουβεντιάσουμε πώς θα είναι, τι θα είναι κλπ. Και θα παρουσιάσουμε στο τέλος ένα εκπληκτικό, πως να το πω, μια κούκλα που είχαμε χρησιμοποιήσει στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη με τον Κουν, που ήτανε του Διονύση. Είναι εκπληκτική κούκλα, ξόανο, άγαλμα, δεν ξέρω πώς να το πω. Επίσης, την ενδυματολογική επιμέλεια την έχει η Κατερίνα Σωτηρίου, που είχαμε κάνει μαζί στο Θέατρο Τέχνης «Άλκηστη». Ήταν και βοηθός του Μυταρά νομίζω, στον «Πλούτο», τον τελευταίο. Γιατί έχω κάνει τρεις «Πλούτους» και έχω κάνει και τρεις φορές «Σφήκες», με διαφορετικές μουσικές κάθε φορά.
Ήθελα να σας ρωτήσω για αυτό η αλήθεια είναι. Πώς είναι να γράφει κανείς δύο και τρεις μουσικές για ένα έργο;
Κοίταξε, είναι τόσες οι προσφορές του ίδιου του Αριστοφάνη, που οργιάζει η φαντασία σου, κάθε φορά που εργάζεσαι γι’ αυτόν, σαν να το κάνεις για πρώτη φορά. Είναι τόσο πλούσια τα ελέη του, που κάθε φορά σκέφτεσαι και μια άλλη αντιμετώπιση. Δηλαδή, κι άλλη φορά να έγραφα αυτό, θα έγραφα άλλη και τέταρτη φορά και πέμπτη φορά. Δεν έχουν τελειωμό αυτά.
Αγαπάτε πολύ το να γράφετε μουσική για θέατρο. Είναι ο χώρος που σας εκφράζει.
Ναι, ίσως υπηρέτησα περισσότερο τη μουσική στο θέατρο, παρά αλλού. Εξάλλου πολλά τραγούδια που κυκλοφορούν, προέρχονται απ’ το θέατρο. Εξάλλου μην ξεχνάμε το «Αχ, έρωτα!», του Λόρκα ο δίσκος που έχω κάνει είναι απ’ το θέατρο. Τις «Παραστάσεις» όπως τις ονομάζω είναι απ’ το θέατρο. Κι άλλα πολλά τραγούδια μεμονωμένα που κυκλοφορούν, άσχετα αν έχω αλλάξει τους στίχους. Αλλά οι μελωδίες τους είναι απ’ το θέατρο που έχω.
Μια πορεία τεράστια που αν δεν κάνω λάθος ξεκινάει το 1962 απ’ τον «Ιππόλυτο και τους Επτά επί Θήβας»;
Ναι, αυτά, τις έχω χάσει αυτές τις μουσικές. Θυμάμαι μόνο μία απορία που είχα. Τις είχα, αλλά με τις πολλές μετακομίσεις που έκανα σαν εργένης, κάπου χαθήκανε. Θυμάμαι ακόμη την όψη της παρτιτούρας που είχα για τον Ιππόλυτο. Και είχα μία απορία την οποία μου την είχε λύσει ο Μίκης. Σαν νέος μουσικός τότε, ήμουν σπουδαστής, 22 χρονών. Ξαφνικά έρχεται κάποιος και μου λέει ‘Θέλω να μας γράψεις μουσική για τον Ιππόλυτο΄, λέω να τα μας, πού με ξέρουν, πώς έρχεσαι τώρα απ’ το πουθενά…τέλος πάντων. Και μπήκα μετά σε αυτή τη διαδικασία να γράφω. Και θυμάμαι που ήθελα ο χορός, το ένα ημιχόριο να τραγουδάει στην νότα Μι και κάποια στιγμή να χωρίζεται και το άλλο ημιχόριο να τραγουδάει στη νότα Φα. Αλλά το Μι με το Φα είναι σαν να είναι φάλτσο. Όμως ήθελα να ακούγεται αυτό χωρίς να τονίζετε αυτό το φάλτσο στη μι από την αρχή, σαν να είναι φάλτσο. Και θυμάμαι το αδιέξοδο που είχα έρθει. Τότε είχαμε γνωριστεί και συνεργαστεί με το Μίκη και του λέω ΄Μίκη, έχω αυτό κι αυτό το πρόβλημα. Τι να κάνω;΄ Και μου λέει ‘φέρε την παρτιτούρα’ και τράβηξε μια γραμμή στις δύο νότες, το Μι με το Μι και στο δεύτερο Μι πάνω μπαίνει το Φα. Δηλαδή έκανε δεμένο το Μι χωρίς να τονίζεται. Δεν είπε δηλαδή Μι-Μι. Αλλά ήτανε Μιιιι και δεν το ξαναχτύπησε. Οπότε ήταν φυσιολογικό το Φα πάνω του. Το θυμάμαι σαν τώρα. Δυστυχώς χάθηκε. Δεν υπάρχει εδώ στ’ αρχείο μου μέσα…
Η πρώτη τελικά δουλειά στην ουσία ήτανε το 1963, την επόμενη χρόνια «Η Λιούτσα», ένα έργο, μια παραλλαγή του Ματωμένου Γάμου του Λόρκα, ήτανε από τον Ηλία Λυμπερόπουλο, έναν Έλληνα συγγραφέα. Το είχανε δώσει στο Μίκη να το γράψει, ο θίασος των Ηνωμένων Καλλιτεχνών του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Πρόεδρος ήταν ο Καλλέργης. Και είχανε απευθυνθεί στο Μίκη, τότε ήταν που είχε γράψει τον «Επιτάφιο» που κυκλοφορούσε και όλα αυτά τα τραγούδια, ήταν το άνοιγμα ενός καινούργιου ορίζοντα, ας το πούμε στο τραγούδι. Και τον σέρνανε πέρα-δώθε. Όμως την ίδια στιγμή τον είχε φωνάξει το Εθνικό Θέατρο να κάνει «Φοίνισσες», οπότε δε μπορούσε να γράψει και τη Λιούτσα και μου είπε εμένα να τη γράψω. Δεν ήθελε ο Καλλέργης, γιατί σου λέει ποιος είναι αυτός εδώ, ένας πιτσιρικάς 22 χρονών να πούμε δεν ήξερε καν ποιος είμαι. Λέει ο Μίκης θα είμαι εγώ, θα κάνω επίβλεψη. Μάλιστα υπάρχει και φωτογραφία όπως συνηθίζεται πριν την πρεμιέρα που είναι ο Μίκης, εγώ, ο συγγραφέας, ο σκηνοθέτης κλπ. Θα ήταν ας πούμε ο ελεγκτής. Και πράγματι, μου λέει έλα από το σπίτι να σου δώσω το κείμενο. Ε πήγα εκεί, είχε 14-15 τραγούδια και μου λέει θα τα γράψεις όλα και θα ‘ρθεις από εδώ να τα ακούσω. Για να είναι εντάξει και ο ίδιος, επειδή με εμπιστεύονταν για πρώτη φορά και επειδή είχε δώσει την υπόσχεσή του. Εγώ από την αγωνία μου και από αυτού ξαφνικά μ’ άνοιξε ένας ορίζοντας διάπλατος, από την αγωνία και το άγχος μου. Πήγα απογευματάκι, στη Νέα Σμύρνη, που έμενε τότε και πήρα το κείμενο και από τη λαχτάρα μου έκατσα και ξενύχτισα και τέλειωσα και τα 15 τραγούδια. Δηλαδή τέλειωσα όλη τη μουσική σ’ένα βράδυ.
Παίρνω την άλλη μέρα το Μίκη και του λέω
-Μίκη, να ‘ρθω;
-Τι να κάνεις;
-Να σου παίξω τα τραγούδια…
-Ναι, είπαμε να τα γράψεις πρώτα…
-Τα έχω γράψει!
-Τι έχεις γράψει;
-Λέω όλα.
-Τρελός είσαι;
-Μα τα έχω γράψει.
-Έλα.
Πήγα λοιπόν… Του παίζω το πρώτο. Μου λέει ‘ για πέρνα στο άλλο. Δεν είχα τελειώσει το δεύτερο, σταματάει και σηκώνει το τηλέφωνο και παίρνει τον Καλλέργη και του λέει ‘Λυκούργο έτοιμη η μουσική. Πότε είναι, κανονίστε ηχογράφηση. Έτσι ήταν η πρώτη μου επαφή με το θέατρο. Τότε είχε δώσει και το σπίτι της «Μπερνάρντα Άλμπα» του Λόρκα, το είχε για το κρατικό θέατρο που του είχε επίσης απευθυνθεί να την γράψει και το έδωσε στο Λοΐζο. Ήταν τα πρώτα μας έργα που γράψαμε θεατρικά. Από τότε φαίνεται ότι έκανα καλά τη δουλειά μου και με φωνάζαν από εδώ και από εκεί και αγάπησα κι εγώ περισσότερο το θέατρο.
Και γεννήθηκαν 100 και πλέον συνθέσεις για θεατρικά έργα. Αλήθεια, προτιμάτε να γράφετε μουσική για αρχαίο δράμα ή για κωμωδία. Και πόσο διαφορετική είναι τεχνικά η κάθε διαδικασία;
Αρχαίο δράμα είναι και η κωμωδία, ας το πούμε. Η κωμωδία και η τραγωδία είναι ένα και το αυτό. Είναι το ίδιο νόμισμα, από εδώ κι από εκεί. Τα νοήματα που περικλείουν, ανεξάρτητα από τι φόρμα, που είναι τόσο πλατιά που σου κεντάνε τον ψυχισμό σου μέσα, που είναι αδύνατο να μην μπεις μέσα σε αυτή τη διαδικασία. Δηλαδή, το ίδιο μου είναι. Το ίδιο αγαπώ και το ένα είδος και το άλλο. Εξάλλου, σκέφτομαι ότι για να κάνουν τόσο μεγάλα θέατρα εκείνη την περίοδο των 20.000 θεατών, πάει να πει ότι τους χρειαζόταν. Γεμίζανε. Άρα, ήταν μια καθαρά λαϊκή υπόθεση, ό,τι διαδραματιζόταν εκεί μέσα. Δηλαδή, το ετοίμαζε ο κόσμος όλο τον χρόνο. Ούτε πηγαίνανε με το καινούργιο τους αυτοκίνητο, ούτε με την καινούργια τους τουαλέτα. Ετοιμάζανε μια βδομάδα. Βάζανε κεφτέδες και τοματούλες και πήγαιναν μέχρι την Ελευσίνα, σε ένα πέυκο και τρώγανε και κοιμόντουσαν εκεί, με το γάιδαρο δίπλα. Την άλλη μέρα πιο πέρα, την άλλη πιο πέρα. Δηλαδή, ήταν κάτι όπως είναι το τάμα σήμερα σε πολλούς θρησκευόμενους να πάνε στην Παναγία της Τήνου και το σκέφτονται όλο το χρόνο, κάπως έτσι. Αλλά πέρα από εκεί, αυτό το οποίο γινόταν εκεί, διαδραματιζόταν εκεί, με τις παραστάσεις, ήταν απλό. Τα καταλάβαινε όλος ο κόσμος. Δηλαδή, απορώ σήμερα και με εκνευρίζει το γεγονός, αυτή η τελευταία μόδα που έχουν κάνει το θέατρο, όχι με κυρίαρχο το λόγο, αλλά το έχουν κάνει θέαμα. Άσε που αλλάζουν τα κείμενα. Τι αθλιότητα είναι αυτή. Φέρνουνε ένα σωρό Γερμανούς, που μπορεί να είναι διάσημοι, δεν ξέρω τι. Αλλά θέλεις να κάνεις, ας πούμε ένα έργο, τι εκμεταλλεύεσαι και λες, ξέρω εγώ Αριστοφάνης και παίζεις ένα άλλο έργο, ή λες Οιδίποδας και παίζεις ένα άλλο έργο. Βάζεις από εδώ, βάζεις από εκεί… Γράψε ένα δικό σου έργο άμα θες και παρουσίασέ το. Αλλά είναι, πώς θα εξασφαλίσουν τόσο κόσμο, ξεγελώντας τον. Πώς θα δει το νέο παιδί σήμερα, ποιος είναι ο Σοφοκλής, ποιος είναι ο Αισχύλος; Πάει και βλέπει άλλους. Βλέπει Γερμανούς. Παίρνουν μία ρουλέτα γύρω-γύρω και γύρναγε λέει και εξοστράκιζε όπως οι ρουλέτες και εξοστράκισε την Ισμήνη. Είναι ντροπή αυτά τα πράγματα. Σε αυτό φταίει το Φεστιβάλ Αθήνων. Τί είναι αυτό το πράγμα; Άσε που έχει καταντήσει πασαρέλα. Βλέπεις εκεί στις εφημερίδες την κυρία τάδε… Ποια είναι αυτή τώρα, με το τάδε φουστάνι; Όλο το κάνουν αυτό για να πούνε ότι πάνε στην Επίδαυρο και δείχνουν τα φουστάνια τους. Είναι μία παρακμή, μία κατάπτωση αξιών και τι να πει κανείς, το βλέπεις είναι σε όλα τα επίπεδα…
Δυστυχώς έτσι είναι. Να γυρίσουμε στα όμορφα. Να περιμένουμε έτσι αντίστοιχες βραδιές για να τιμήσουμε και τους τραγικούς μας στο μέλλον;
Μακάρι αυτό θα θέλει μια προετοιμασία πιο μεγάλη. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω. Θέλω πολύ να το κάνω. Θέλω πολύ να το κάνω γιατί και εκεί υπάρχει ένας τρόπος αντιμετώπισης και χαίρομαι που το λες. Εγώ αντιμετωπίζω το αρχαίο δράμα, τα χωρικά δηλαδή είναι τραγούδια. Απλά τραγούδια είναι. Δηλαδή δεν πάω να λύσω το μουσικό πρόβλημα μέσα από τα χωρικά, ούτε να κάνω ας πούμε εξυπνάδες, ούτε φούγκα ήξερε ο Αριστοφάνης ή ο Ευριπίδης για αυτό. Έναν αυλό είχανε, μια κιθάρα είχανε, ένα κρουστό είχανε. Αυτά ήταν τα στοιχεία τους.
Μια μελωδία κάνανε. Απλώς ήταν μια μελωδία που την καταλάβαινε και έχει μια επαφή με τον κόσμο. Αυτή είναι η βάση η δική μου, έτσι το αντιμετωπίζω. Κι έχω το προνόμιο το πρωί που ξυπνώ να βλέπω ότι βλέπω Ευρυπίδης, τον Υμήττο. Είναι μια ολόκληρη κουβέντα αυτή, την οποία έκανα όταν με είχε καλέσει το Πανεπιστήμιο της Αθήνας, στο Θεατρικό Τμήμα και είχα κάνει κάποια σεμινάρια σε μεταπτυχιακούς ξένους φοιτητές για τη μουσική στο αρχαίο δράμα. Και τους είπα εκεί πέρα αυτά που σου είπα σε περίληψη αυτή η στιγμή. Μου είχαν πει απ’ το Εθνικό να γράψω «Πέρσες» δεν έγινε βέβαια. Και διαβάζοντας το κείμενο και πήγαινα στο σπίτι, έχω ένα σπίτι στην Επίδαυρο από τότε που ήμουν τακτικός θαμώνας στην Επίδαυρο, επί 20 χρόνια, απέκτησα ένα σπιτάκι εκεί που πήγαινα κάθε χρόνο. Πηγαίνοντας λοιπόν έβλεπα κι έλεγα ‘μα να εδώ από κάτω’ ήταν η Ελευσίνα. Νόμιζα ότι θα βρω τα πτώματα σε αυτό το κόλπο που βλέπω εδώ από κάτω… Τέλος πάντων, θα τα πούμε μια άλλη φορά πάνω σε αυτό είναι ένα ολόκληρο σκεπτικό.
Με πολλή χαρά θα το συζητήσουμε αν θέλετε.
Ευχαρίστως, βεβαίως! Τώρα, άσε ένα κεφάλαιο ανοιχτό για το αρχαίο δράμα…
Ωραία! Το κρατούμε. Ήθελα να σας ρωτήσω ο Αριστοφάνης επιτελούσε έναν ιερό σκοπό στην εποχή του καθώς η σάτιρά του καυτηρίαζε τα κακώς κείμενα της πολιτείας. Κάτι που αργότερα ίσως έπαιξε κάπως το ρόλο αυτό στο θέατρο η επιθεώρηση. Σήμερα έχει μείνει κάτι από αυτό το θεσμό;
Κοίταξε η επιθεώρηση μπορεί να έχει στοιχεία σαν φόρμα από αρχαία κωμωδία, αλλά δεν νομίζω ότι με αστειάκια που γινόντουσαν εδώ πέρα ανώδυνα, δεν μπορεί να την παρομοιάσει κανείς. Μπορεί να έχει δανειστεί κάποια στοιχεία, αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα κατά τη γνώμη μου. Ο Αριστοφάνης και η κωμωδία στην αρχαιότητα είχαν και διδακτικό χαρακτήρα, δηλαδή δεν ήταν μόνο τα στοιχεία που παίρνανε από τις λαϊκές γιορτές που προερχόντουσαν από τον τρύγο που μεθούσαν, από τα λαϊκά χωρατά με την αθυροστομία, με την ερωτική ελευθεριότητα που βρισκόταν τότε σε μια κατάσταση γιορτής, είχε το χαρακτήρα αυτόν του γλεντιού σε όλη του την έκταση και με όλες τις εκφάνσεις, αλλά εκτός από αυτά είχε και διδακτικό χαρακτήρα, δεν ήταν δηλαδή απλώς για διασκέδαση. Η επιθεώρηση δεν το έχει αυτό.
Τα αρχαία κείμενα ενέχουν θα λέγαμε μια σοφία όπως είπατε πριν λίγο που δυστυχώς στη σημερινή εποχή φαίνεται να έχει χαθεί. Η δική σας τριβή, η ενασχόληση με το αρχαίο κείμενο τί σας έχει διδάξει, τι σας έχει προσφέρει;
Το να είμαι όρθιος. Το να είμαι σαν πολίτης συνειδητός. Τότε, ο πολίτης της Αθήνας, η πρώτη του υποχρέωση και τότε θεωρείτο άριστος ας πούμε, αυτός που σεβόταν τους νόμους. Τώρα άριστος είναι ο κλέφτης, το βλέπετε και στην καθημερινότητα. Οι άριστοι είναι αυτοί που βουτάνε και κλέβουν τα χρήματα του κόσμου.
Πείτε μου λίγο πως θυμάστε εκείνη τη δεακετή συνεργασία σας με το μεγάλο θεατράνθρωπο και δάσκαλο Κάρολο Κουν, τότε που γράφατε τις μουσικές για τις παράστασεις του στο Υπόγειο;
Ήτανε οι ευτυχέστερες στιγμές στη ζωή μου. Παρ’ όλη την πίεση που έβαζα εγώ ίδιο στον εαυτό μου για να ανταποκριθώ και να γεννήσω τις μουσικές αυτές που έκανα στα έργα, που είτε κωμωδία ήταν, είτε τραγωδίες, ήταν από τα ευτυχέστερα πράγματα στη ζωή μου. Μεγάλο άγχος, μεγάλη αγωνία αλλά και μία μεγάλη λύτρωση. Ήτανε όλες αυτές οι συγκυρίες, οι συνεργασίες αυτές με το Θέατρο Τέχνης και όχι μόνο με τον Κουν, αλλά και με τους επίγονους, με τον Λαζάνη, με τον Μίμη Κουγιουμτζή, γιατί ήτανε σαν να μην έλειπε καθόλου. Ήτανε οι πιστοί μαθητές , που ήταν σαν να μην έλειπε, δηλαδή επειδή έζησα και τη μία εποχή που βοηθούσαν τον Κουν και βοηθούσε και ο Κουν τον Λαζάνη κυρίως, γιατί ο Μίμης ήταν νεότερος, ήτανε ένα πράγμα, ένα πράγμα ήταν, δεν είχε διαφορές
Έχετε συνυπάρξει και γνωρίσει απίστευτους ανθρώπους, πραγματικά ποιον να ξεχωρίσεις και για ποιο να συζητήσεις…
Ναι, είναι αυτό δηλαδή πέρα από τον Κουν, δεν είναι μικρό πράγμα το να κάθεσαι ομοτράπεζος και να κουβεντιάζεις τον Τσαρούχη, με τη Σινοδινού, με τον Κοτσόπουλο από τους παλιότερους, δηλαδή έχει μια γοητεία απέραντη, δεν μπορείς να περιγράψεις, τί να πρωτοθυμηθείς; Έχει γεμίσει το σακούλι και αντλεί κανείς από αυτό στη ζωή, δηλαδή η συμμετοχή μου, η ενασχόληση μου με το θέατρο, μου έδωσε αυτή τη δύναμη να μπορώ να θέλω τουλάχιστον να πιστεύω ότι είμαι όρθιος, εννοώ όρθιος σαν πολίτης και σαν καλλιτέχνης, δε μπορώ δηλαδή να σιωπώ στα τεκτενόμενα.
Και πριν κλείσουμε, θέλω μιας που το αναφέρετε αυτό να σας πάω λίγο αλλού να αφήσουμε το θέατρο, έχουν περάσει 60 χρόνια και παραπάνω από την «Καταχνιά», δυστυχώς και τα χρόνια που ακολούθησαν και αυτά που ζούμε τώρα παραμένουν μαύρα, ίσως και πιο μαύρα μια φωτιά κατακαίει τη χώρα μας τώρα που μιλάμε, παιδιά πεθαίνουν στην Παλαιστίνη, πώς βλέπετε την κατάσταση;
Μόνο μια αποστροφή, οι δολοφονίες και η γενοκτονία που γίνεται στα παιδιά μοιάζει με τη χιτλερική θηριωδία, την παρόμοια. Ό,τι κι αν είναι σήμερα είναι χειρότερα τα πράγματα. Έλεγα κάπου ότι παλιότερα οι πόλεμοι είχαν και ένα είδος αν μπορεί να πει κανείς ανδρείας, δηλαδή ήσουνα εσύ, ήμουνα εγώ, σε έπιανα από το λαιμό, με έπιανες μου έριχνες μια καλαποδιά, με έριχνες κάτω με νικούσες. Οι αρχηγοί, οι στρατηλάτες ήταν μπροστά, ο Αλέξανδρος ήταν πρώτος στη μάχη. Όλοι αυτοί ήταν μπροστά. Τώρα μπορεί να σου έρθει ένας παλαβός σε ένα υπόγειο, σε ένα δωμάτιο στη Νότια Αφρική και να σου ρίχνει μία και να σε καταστρέφει από ένα δωμάτιο μ’ ένα κουμπί στην Αθήνα. Τί είναι αυτό πράγμα, άνανδροι πόλεμοι, δηλαδή δολοφονίες είναι οι σημερινοί οι πόλεμοι, δεν είναι πόλεμοι, δεν έχουν καμία σχέση με παλιότερα. Δεν μπορεί να πατάς ένα κουμπί ή να λες πήγαινε εσύ και τα παιδιά τα δικά μας να σκοτώνονται, όχι να πας εσύ μπροστά-μπροστά. Σκέψου εκτός από τα παιδιά, από τη γενοκτονία, από την πείνα που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Παλαιστίνη, για σκέψου όλος ο ανδρικός πληθυσμός στην Ουκρανία και στους Ρώσους έχουν φονευθεί. Για ποιό λόγο; Για να μπει λέει αυτή στο ΝΑΤΟ, ε και; Δεν είναι γελοίο; Δηλαδή, το σκέφτεσαι αυτό; Γιατί σκοτώθηκες; Για να μπεις στο ΝΑΤΟ… Κοιτάνε πως θα υπηρετήσουν οι εξουσίες αυτούς που τους στηρίζουν στις εξουσίες.
Σε μια άλλη συνέντευξή σας πρόσφατα είχατε πει πως αν διαλέγατε ένα στίχο από τους αμέτρητους που έχετε μελοποιήσει ως απόσταγμα ζωής θα ήταν το «Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε το κόσμο» του Γιάννη του Ρίτσου. Και αναρωτιέμαι, γιατί αυτός ο κόσμος δεν σμίγει ποτέ;
Τον έχουν φοβίσει και είναι σε ένα στάδιο παρακμής αυτή τη στιγμή και όπως ολόκληρες αυτοκρατορίες πέσανε από την παρακμή που υπήρχε, είτε από φόβο, είτε από δειλία, είτε από φτώχεια, δηλαδή από απελπισία ότι δεν γίνεται τίποτα, από μια παραίτηση. Αν συνειδητοποιούσε ο κόσμος ότι είναι ο ίδιος που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα, θα ήταν τα πράγματα αλλιώς. Αλλά, δυστυχώς τον κρατάνε σε αυτό το μαντρί της απογοήτευσης. Πάντα ελπίζει κανείς ότι στη σπειροειδή κίνηση της ζωής των ανθρώπων, κάποια στιγμή θα έρθει στο ζενίθ αντί του ναδίρ, που είναι τώρα.
Ένας άλλος στίχος του Ρίτσου που αγαπώ πολύ και τον έχετε μελοποιήσει στο «Καπνισμένο Τσουκάλι» λέει «…ήταν μακρύς ο δρόμος έως εδώ, δύσκολος δρόμος, τώρα είναι δικός σου αυτός ο δρόμος». Λένε ότι η νεολαία πάντα ότι θα αλλάξει τον κόσμο. Πώς τη βλέπετε σήμερα την νεολαία? Μπορεί να οραματιστεί επαναστάσεις και να τις πετύχει;
Αν πετάξει τα κινητά ίσως. Δε γίνεται να είσαι ζευγάρι, εσύ και η κοπέλα σου δίπλα και να μη μιλάτε, αλλά να στέλνετε μήνυμα, γιατί αυτό γίνεται, έχει κοπεί η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους και αυτή η διακοπή, αυτή η έλλειψη επικοινωνίας είναι αυτό που κρατάει σε αυτή την κατάσταση την κοινωνία. Αν καταλάβει κανείς ότι το αντίθετο είναι η ευτυχία της ζωής, το να επικοινωνήσεις με το διπλανό σου, να καταλάβει δηλαδή τη διαφορά του εγώ από το εμείς, τότε αλλάζουν και τα πράγματα. Αν δεν το καταλάβει και μείνει στα ίδια, θα υπάρχει αυτή η κατάσταση, η μονήρης.
Θα κλείσω την κουβέντα μας την όμορφη, για να μη σας κουράζω περισσότερο με μία συνήθεια που έχουμε εδώ στο Παλκοσένικο να συλλέγουμε θεατρικές ιστορίες που συνέβησαν όχι απαραίτητα πάνω στη σκηνή, μπορεί δίπλα, μπορεί στο παρασκήνιο, σίγουρα έχετε δεκάδες που έχετε ζήσει, έχετε κάποια να μοιραστείτε μαζί μας;
Όταν είχα κάνει «Αχαρνής», η πρώτη κωμωδία με τον Κουν, είχαμε κάνει πρεμιέρα στο Ντόρτμουντ, στη Γερμανία, το 1976. Το 1977 την παρουσιάσαμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο Ηρώδειο. Υπήρξε μια τεράστια επιτυχία, παρόμοια δεν έχω ξαναζήσει, ήταν κάτι το φανταστικό. Καθόμουν λοιπόν στο τέλος της παράστασης, στα παρασκήνια εκεί του Ηρωδείου, ήμουν με έναν φίλο μου και μιλούσαμε και πιο δίπλα ήταν ο Κουν που ήταν καμιά εξηνταριά άνθρωποι γύρω του για να τον χαιρετήσουν και να του σφίξουν το χέρι. Και κάποια στιγμή όπως μιλούσαμε μου λέει ‘Σου ΄ρχεται!’, του λέω ‘Ποιος μου ‘ρχεται;’, μου λέει Κοίταξε από κει… Κοιτάζω από κει, ήταν μια αγκαλιά τα χέρια του ανοιγμένα, τα χέρια του σε έκταση και αυτό το θαυμάσιο χαμόγελο, ο Χατζιδάκις. Και του λέω προς τον Κουν πάει… Όχι μου λέει, σε σένα έρχεται. Πράγματι, παρακάμπτει τον κόσμο ο Χατζιδάκις και έρχεται, με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου ψιθυρίζει στο αυτί ‘πολύ θα ήθελα να είχα γράψει εγώ αυτή τη μουσική!’. Εγώ, τα ‘χασα και του λέω ‘και εγώ θα ήθελα να είχα γράψει τη μουσική σου για τους Όρνιθες’ και έτσι τελείωσε η στιγμή αυτή που μου έχει μείνει έντονα στο μυαλό.
Διαβάστε περισσότερα για τη μεγάλο λαικό πανηγύρι με τίτλο Αριστοφάνεια που ετοιμάζει ο Χρήστος Λεοντής εδώ:
https://palcoscenico.gr/xristos-leontis-aristofaneia-irwdeio-prwti-septemvri/
Ακούστε σε podcast τη συνέντευξη που έδωσε ο Χρήστος Λεοντής στο Παλκοσένικο εδώ: https://palcoscenico.gr/podcast-kouventiazontas-me-ton-christo-leonti/