Το Παλκοσένικο παρακολούθησε την παράσταση “Η λεμονιά” στο θέατρο 104.
Γράφει ο Διονύσης Μαλαπέτσας
Το θέατρο είναι η αναπαράσταση μιας πράξης βγαλμένης απ’ την καθημερινότητά μας, μία αφήγηση γεγονότων που συνέβησαν σε πρόσωπα και χρονικότητες που απέχουν τόσο από εμάς, όσο και απ’ τους ηθοποιούς, που μας τα εξιστορούν. Τα γεγονότα αυτά μπορεί να είναι φανταστικά ή αληθινά. Υπάρχουν όμως πολλά αυτοβιογραφικά κείμενα, στα οποία ο ίδιος ο συγγραφέας επιλέγει να τοποθετήσει τον εαυτό του ανάμεσα στους ήρωες του έργου και να τα αφηγηθεί από πρώτο χέρι. Στη “λεμονιά” όμως συμβαίνει κάτι διαφορετικό, πολύ σπάνιο και ιδιαίτερο, κάτι που αυξάνει κατακόρυφα το ειδικό βάρος της παράστασης. Η Αλεξάνδρα Ούστα καλείται να μας αφηγηθεί τα γεγονότα που έζησε η ίδια της η μητέρα, την περίοδο που βρέθηκε στη Σαουδική Αραβία ακολουθώντας εκεί τον άντρα της, για βιοποριστικούς λόγους.
Την περίοδο εκείνη, αντί για επιστολές, η γυναίκα αυτή ηχογραφεί κασσέτες και τις ταχυδρομεί στη δική της μητέρα, πίσω στην Ελλάδα. Οι κασσέτες αυτές περιέχουν ψεύτικες διηγήσεις μιας ευχάριστης ζωής, κατασκευασμένης και ανύπαρκτης, ένα σενάριο που προσπαθεί να κρύψει τη δυστοπική πραγματικότητα που βιώνει η ίδια, μα ταυτοχρόνως και διαχρονικά, χιλιάδες άλλες γυναίκες ανά τον κόσμο που βιώνουν την καταπίεση σ’ έναν κόσμο που σχεδιάστηκε από άνδρες για άνδρες. Πρόκειται για μία νέα γυναίκα που ξεκίνησε τη ζωή της γεμάτη όνειρα και ρομαντικούς έρωτες και κατέληξε μόνη, να ζει έγκλειστη σ’ ένα σπίτι κρύο παρά την αποπνικτική ζέστη της Αραβίας, παρατημένη και παραδομένη στη μοίρα της, ακριβώς όπως η αγαπημένη της λεμονιά στην άκρη του κήπου του πατρικού της, που το λάστιχο δεν έφτανε ως εκεί για να την ποτίσει. Καταδικασμένη σε κάθειρξη, με μόνο της έγκλημα το ότι γεννήθηκε, παντρεύτηκε και αναζητώντας μια καλύτερη ζωή ξεκίνησε με αναπεπταμένα πανιά για το άγνωστο που φαινόταν πολλά υποσχόμενο, μα αποδείχθηκε κίβδηλο, αν μη τι άλλο για εκείνη. Η μαρτυρία της μαγνητοφωνημένη σε κασσέτες πέφτει στα χέρια της κόρης της, Αλεξάνδρας Ούστα, μετά το φευγιό της. Ο Γιάννης Κεντρωτάς παραλαμβάνει αυτό το πρωτότυπο υλικό, το μετατρέπει ευλαβικά σε θεατρικό κείμενο και το παραδίδει πίσω στα χέρια της κόρης της.
Η Αλεξάνδρα Ούστα ερμηνεύει συνταρακτικά ένα άκρως προσωπικό ψυχογράφημα και καλείται ξανά και ξανά να σηκώνει το βαρύ φορτίο από εκεί ακριβώς που το άφησε η μητέρα της. Είναι διπλά ψυχοφθόρο το να βιώνεις αυτά που πρώτη βίωσε η ίδια σου η μάνα, πιο σκληρό και απ’ το να το είχες βιώσει εσύ ο ίδιος. Είναι ένας πραγματικός άθλος για εκείνη, που τον επαναλαμβάνει για δεύτερη χρονιά φέτος, κάθε Σάββατο και Κυριακή στο Θέατρο 104, συσκηνοθετώντας την παράσταση με την Μένη Κωνσταντινίδου. Η φυσικότητα είναι το κύριο χαρακτηριστικό της παράστασης, με την ηρωίδα να μοιάζει πραγματικά σαν να βρίσκεται μόνη στο σπίτι της. Απλά, καθημερινά αντικείμενα αποτελούν το σκηνικό και δίνουν μια καλή αίσθηση της χρονικότητας και την οικονομικής κατάστασης, μ’ ένα άρωμα της δεκαετίας του ’70 να αναδύεται διακριτικά απ’ τα μεταλλικά έπιπλα με τη φορμάικα και το ογκώδες ψυγείο, με τους ελληνικούς χαρακτήρες στο λογότυπο της ΙΖΟΛΑ. Ρεαλιστική ερμηνεία, με έντονη εσωτερικότητα, με εντάσεις και ψυχολογικές μεταπτώσεις, αλλά χωρίς ανούσιες υπερβολές, παρά την αυτονόητη έντονη θυμική φόρτιση. Μια παράσταση που εκκινεί από μια προσωπική εξομολόγηση, μια ψυχική εκτόνωση, μια εκούσα-άκουσα ομολογία και καταλήγει σε μια οικουμενική και διαχρονική καταγγελία, σε μία έμφυλη διαμαρτυρία της οποίας προτείνουμε να γίνετε αποδέκτες, αν μη τι άλλο για να ζήσετε τη συγκίνηση και τη φόρτιση αυτής της πραγματικά ιδιαίτερης θεατρικής εμπειρίας.
Περισσότερα για την παράσταση εδώ.