Γράφει ο Διονύσης Μαλαπέτσας
Μπορεί άραγε κάποιος ανεβαίνοντας μια σκάλα να οδηγηθεί σε ένα Υπόγειο; Μπορεί να ξεκινήσει αυτή την ανάβαση στο σήμερα και στο τέλος της να βρεθεί 160 χρόνια πίσω; Και αν όλα αυτά μπορούνε όντως να συμβούν, τι να ‘ναι τάχα εκείνο που προκαλεί τούτη τη στρέβλωση του χωροχρόνου; Αυτά βιώσαμε όσοι ανεβήκαμε τα ξύλινα σκαλιά για την αίθουσα του Βαφείου και αυτές οι σκέψεις τριβελίζανε το νου μου και ακονίζανε την περιέργεια και το ενδιαφέρον μου, για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
Τα πρώτα ερεθίσματα των αισθήσεων έφτασαν στον προορισμό τους γρήγορα και τότε άξαφνα τα ρουθούνια γέμισαν με εκείνο το μεθυστικό άρωμα του ξύλου και του χαρτιού, δυο υλικά που συντροφεύουνε τον άνθρωπο χιλιάδες χρόνια τώρα. Έπειτα ήρθαν στα μάτια οι πρώτες εικόνες απ’ το σκηνικό, στιβαρό, προσεγμένο και φτιασιδωμένο με αγάπη. Ξύλινα κλασικά έπιπλα, ένα γραφείο, μια καρέκλα, μια βιβλιοθήκη και ένα ντιβάνι. Τριγύρω βιβλία, σε στοίβες, σε ντάνες, σε ράφια. Λίγα χαρτιά πεσμένα στο πάτωμα, που μαζί τους τσαλακώθηκαν λόγια και σκέψεις που δεν κατάφεραν να βρουν το δρόμο προς την αιωνιότητα, καθώς το scripta manent δεν ισχύει τελικά πάντοτε. Λίγα κεριά περιμετρικά της σκηνής, με την προγενέστερη τήξη ορατή, πακτωμένη στον κορμό τους, να δίνει την αίσθηση της χρηστικότητας. Όλα σου βγάζουν ένα αίσθημα σεμνότητας. Θα είναι ένα ανέβασμα κλασικό, έντιμο, πιστό στο κείμενο και στα θέλω του συγγραφέα.
Το κοινό έχει γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία, που ησυχάζει καθώς οι προβολείς σβήνουν. Και δεν ανάβουν ξανά. Ένα σπίρτο στο χέρι ενός άνδρα που η μορφή του χάνεται στη σκιά φωτίζει τώρα τα δρώμενα και η φλόγα του μεταλαμπαδεύεται σ’ ένα κερί, και έπειτα σ’ ένα ακόμα, και σ’ ένα άλλο. Η σκηνή πλημμυρίζει με τρεμοπαίζουσες εστίες φωτός και ζεστασιάς. Ο αέρας μυρίζει φυσικό κερί και θαλπωρή και οι θεατές γίνονται μάρτυρες μιας πρωτόλειας θεατρικής εμπειρίας, τότε που οι σκηνές ακόμη φωτίζονταν από κεριά και λαδοφάναρα. Έπειτα ο ένοικος του χώρου βαδίζει αργά, κάθεται στο γραφείο του και με το δρύινο τσιμπούκι του στο χέρι ξεκινά τη διήγηση. Το Υπόγειο έχει μόλις ανοίξει τις πόρτες του διάπλατα εμπρός μας. Ο Στέργιος Ιωάννου, με δωρική φιγούρα και στεντόρεια φωνή ξεκινά μια κατάβαση στον ψυχισμό του ήρωα και στην κοινωνία της Ρωσίας του 19ου αιώνα.
Και μόλις αυτό το -δοκιμιακού χαρακτήρα- πρώτο μέρος τελειώσει, ξεκινά επί της ουσίας η νουβέλα του Ντοστογιέφσκι και όλα αποκτούν πιο ζωντανό ρυθμό και πιο δραστικό χαρακτήρα. Ο ήρωάς μας επιχειρεί μια δυσβάσταχτη εξομολόγηση, αναμετρημένος με την ίδια του την ύπαρξη και ανασκοπώντας τη δυσήλατη πορεία της ζωής του. Κατά τη διάρκειά της θα περιπλανηθεί νοερά σε μέρη έξω απ΄ το Υπόγειο και εκεί θα φιλοξενήσει στις θύμησές του συναδέλφους, φίλους και γνωστούς, αλλά και τη Λίζα, εκείνο το κορίτσι που κατάφερε έστω και για λίγο να φωτίσει την ψυχή του και πίστεψε στα κίβδηλα λόγια του, που της έταζαν μια σωτηρία, μια λευτεριά νόθα, που δεν κατάφερε ποτέ να αδράξει. Η Φιλίππα Κουτούπα, ενσαρκώνει με τρόπο αιθέριο και σαγηνευτικό τη Λίζα και της δίνει πνοή και αισθήματα που μοιάζουν τόσο σάρκινα, παρά την σχεδόν αέρινη υπόστασή της, που κινείται στα όρια της ύπαρξης και της φαντασίας. Η δυστυχία όμως και η μιζέρια έχουν ριζώσει για τα καλά στο υπόγειο και κρατούν αιχμάλωτη την ψυχή του συγκατοίκου τους, έτσι τα θέλγητρά της δεν κατάφεραν ποτέ να ξελογιάσουν τον σκιώδη αυτόν άνθρωπο και να ελευθερώσουν και τους δυο απ΄ τα δεσμά τους.
Το Υπόγειο που ανεβαίνει κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00 στο υπέργειο παλκοσένικο του Θεάτρου Βαφείο – Λάκης Καραλής ξεχωρίζει για την ορθή ανάγνωση του κειμένου και την καλογραμμένη θεατρική διασκευή της Μάρως Βαμβουνάκη, την τιμιότητα που διακρίνει ένα κλασικό ανέβασμα, την ατμοσφαιρικότητα της παράστασης, τα όμορφα και λιτά της σκηνικά, τη λειτουργική και αρμοστή (αυτο)σκηνοθεσία του Στέργιου Ιωάννου και τις υπέροχες ερμηνείες των δύο ηθοποιών (Στέργιος Ιωάννου, Φιλίππα Κουτούπα). Αν δεν το έχετε δει ως τώρα, προλαβαίνετε ακόμα να ανεβείτε τα σκαλιά προς το Υπόγειο και εκεί σίγουρα θα βιώσετε μια ξεχωριστή θεατρική εμπειρία.
περισσότερα για την παράσταση εδώ: https://palcoscenico.gr/to-ypogeio-fyodor-dostoevsky-vafeio/